Σε δίκη με μοναδικό κατηγορούμενο, αρχικά τουλάχιστον, το
Γερμανό καθηγητή Ιστορίας Χάιτνς Ρίχτερ παραπέμπει ο εισαγγελέας Πρωτοδικών
Ρεθύμνου την πολύκροτη υπόθεση που εξελίχθηκε σε «ιωβηλαίο της ντροπής» για το
Πανεπιστήμιο Κρήτης, με τον τρόπο και τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν για την
αναγόρευση του κ. Ρίχτερ σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου.
Ειδικότερα, ο εισαγγελέας Ρεθύμνου κ. Πατεράκης, μετά την
παραγγελία προκαταρκτικής έρευνας και την προανάκριση για αυτήν που ολοκλήρωσε
η ανακρίτρια κ. Πατεράκη, παραπέμπει σε δίκη στις 2 Σεπτεμβρίου το Γερμανό
καθηγητή και μάλιστα με βάση τις διατάξεις του νέου νόμου για το ρατσισμό και
την ξενοφοβία, που ψηφίστηκε τον Αύγουστο του 2014. Σε πολλές διατάξεις του,
ιδίως για «εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα του ναζισμού…», πρωτοστατεί επί το
σκληρότερο στη διατύπωσή τους η νυν πρόεδρος της Βουλής και τότε βουλευτής της
αξιωματικής αντιπολίτευσης Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Ο εισαγγελέας Ρεθύμνου σε πρώτη φάση ασκεί δίωξη και
παραπέμπει σε δίκη τον καθηγητή Ρίχτερ, αποκλειστικά για συγκεκριμένες αναφορές
στο βιβλίο του «Η Μάχη της Κρήτης», στο πρωτότυπο γερμανικό «Η Κατάκτηση της
Κρήτης», με σκεπτικό ότι οι αναφορές αυτές στο βιβλίο του συνιστούν «άρνηση εγκλημάτων
του ναζισμού σε βάρος του κρητικού λαού με εξυβριστικό περιεχόμενο» και αφορά
την περίοδο που κυκλοφορεί το βιβλίο μετά την ισχύ του τελευταίου
«αντιρατσιστικού νόμου» που ψηφίστηκε στις 28 Αυγούστου. Προφανώς και προκαλεί
έκπληξη το γεγονός ότι ο εισαγγελέας Ρεθύμνου επιλέγει ένα πεδίο (συγγραφικό
έργο-βιβλίο) επιστημονικής υφής περισσότερο για να ασκήσει δίωξη και να
οδηγήσει σε δίκη το Γερμανό ακαδημαϊκό, αποφεύγοντας αρχικά την υπόθεση των
διαδικασιών αναγόρευσής του σε επίτιμο διδάκτορα και των όσων διαδραματίστηκαν
από τους οργανωτές της απονομής του τίτλου «εν κρύπτω και παραβύστω» στις 20
Νοεμβρίου του 2014 και μάλιστα σε χώρους του Πανεπιστημίου που τελούσαν και υπό
κατάληψη την περίοδο εκείνη.
Όμως, ως φαίνεται, ο εισαγγελέας, μετά την περαίωση της
ανάκρισης, θεμελίωσε την άποψη πως αρχικά συγκεκριμένα αποσπάσματα του βιβλίου
του κ. Ρίχτερ εμπίπτουν πλέον στο νέο αυστηρότερο πλαίσιο του νέου
αντιρατσιστικού νόμου που ψηφίστηκε τον Αύγουστο του 2014. Ο κ. Ρίχτερ φαίνεται
να διώκεται βάσει του άρθρου ΙΙ του νόμου 4285/2014 για την καταπολέμηση
ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού
δικαίου (Ι. 328), σύμφωνα με το οποίο «όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή
διά του Τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο,
επιδοκιμάζει, ευτελίζει ή κακόβουλα αρνείται την ύπαρξη ή τη σοβαρότητα
εγκλημάτων γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας,
του ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων του ναζισμού που έχουν αποφασιστεί με βάση
τις αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων ή της Βουλής των Ελλήνων… τιμωρείται με
φυλάκιση τριών μηνών έως τριών ετών και με χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι
χιλιάδων ευρώ».
Η προδικασία έφτασε μέχρι τη Γερμανία
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο εισαγγελέας Ρεθύμνου μετά την έρευνα
που έκανε με αφορμή τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν το Νοέμβριο του 2014 στο
Ρέθυμνο κίνησε την προβλεπόμενη δικαστική διαδικασία, η οποία προχώρησε με το
έργο της κυρίας ανάκρισης από την ανακρίτρια Ρεθύμνου κυρία Πατεράκη. Σε αυτή
κλήθηκαν και κατέθεσαν μία σειρά προσώπων, ανάμεσά τους ο επίτιμος αρχηγός
ΓΕΕΘΑ Μανούσος Παραγιουδάκης, ο βουλευτής Ηρακλείου Λευτέρης Αυγενάκης, ο
καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης Ανδρέας Στεργίου (ο οποίος ήταν βασικός
εισηγητής της αναγόρευσης του κ. Ρίχτερ) αλλά μέσω των προξενικών Αρχών της
Κρήτης και από εκεί στη γερμανική πρεσβεία στην Αθήνα στο Μάινχαϊμ της
Γερμανίας και ο ίδιος ο κ. Ρίχτερ.
Μάλιστα, αρχικώς υπήρξε ένα «μούδιασμα» της διπλωματικής
αντιπροσωπίας της Γερμανίας στην Ελλάδα, όμως τελικώς διαβιβάστηκε συγκεκριμένο
ερωτηματολόγιο των δικαστικών Αρχών του Ρεθύμνου και η κλήση για κατάθεση του
κ. Ρίχτερ. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, ο κ. Ρίχτερ, μέσω δικηγόρων του,
απάντησε με υπόμνημα στην ανακρίτρια Ρεθύμνου, υπερασπιζόμενος τις
συγκεκριμένες αναφορές του επίμαχου βιβλίου του, υποστηρίζοντας ότι σε καμία
περίπτωση δεν αποτελούν άρνηση εγκλημάτων του ναζισμού. Με το πέρας της
ανάκρισης, ωστόσο, στο Ρέθυμνο, ο εισαγγελέας έκρινε ότι οι αιτιάσεις του κ.
Ρίχτερ δεν τον πείθουν και έτσι, με το συγκεκριμένο κατηγορητήριο, οδηγεί την
υπόθεση σε δίκη στις 2 Σεπτεμβρίου με κατηγορούμενο αρχικά τον κ. Ρίχτερ.
Ωστόσο, από την Εισαγγελία Ρεθύμνου διαμηνύεται ότι προφανώς και ελέγχονται
περαιτέρω νομικά και θα ακολουθήσουν τη διαδρομή προς τον εισαγγελέα και όσοι,
σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 του ίδιου νέου αντιρατσιστικού νόμου, διευκόλυναν
ή δεν είχαν σωστή εποπτεία του δημόσιου φορέα (Πανεπιστήμιο), στην περίπτωση
της αναγόρευσης του κ. Ρίχτερ.
Προφανώς, κατά τον εισαγγελικό λειτουργό, είναι άλλο πράγμα
η ακαδημαϊκή ελευθερία του λόγου, της σκέψης και της γραφής, όπως και η
ελεύθερη διακίνηση ιδεών, και άλλο, όπως έκρινε η προτροπή μέσω αποσπασμάτων
του βιβλίου του κ. Ρίχτερ σε «άρνηση εγκλημάτων του ναζισμού κατά του κρητικού
λαού». Προφανώς και η δίκη στις 2 Σεπτεμβρίου θα κρίνει και το ορθό ή όχι της
σχετικής παραπομπής με αυτό το κατηγορητήριο. Η εξέλιξη της υπόθεσης δικαστικά
ούτε ευχάριστη είναι και κυρίως αποτυπώνει ότι είναι ουσιαστικά και η μόνη επί
της υπόθεσης αναγόρευσης του Ρίχτερ σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου
Κρήτης, αφού οι πρυτανικές Αρχές εδώ και 4 μήνες, παρά τις δηλώσεις τους περί
έρευνας και ΕΔΕ, έχουν ουσιαστικά «παγώσει» μέχρι αποσιωπήσεως το όλο θέμα,
παρά τη θύελλα που προκάλεσε εντός του Πανεπιστημίου Κρήτης, αλλά κυρίως στην
κοινωνία.
Η ολιγωρία του Πανεπιστημίου
Σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει τον περασμένο Ιανουάριο,
ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Στεφάνου αναφέρθηκε στον κίνδυνο
διπλωματικού επεισοδίου με τους Γερμανούς! Με δεδομένο ότι οι δικαστικές Αρχές
του Ρεθύμνου, έστω και για το κατηγορητήριο που τελικά επέλεξαν, έφτασαν μέχρι
και σε κλήση σε κατάθεση του κ. Ρίχτερ στη Γερμανία, μέσω της γερμανικής
πρεσβείας στην Αθήνα, χωρίς να προκληθεί κανένα διπλωματικό επεισόδιο, ίσως
είναι η ώρα οι πρυτανικές Αρχές να αναλάβουν ενεργότερο ρόλο και μάλιστα
ακαδημαϊκά για την επίλυση της υπόθεσης και όχι να καταλήγουμε με μόνη δράση τη
δικαστική εξέλιξη.
Εκτός αν ο κ. πρύτανης αισθάνθηκε πίεση για «πάγωμα» της
υπόθεσης – παρότι ιδίως για τις διαδικασίες αναγόρευσης αλλά και την τελετή σε
επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου του κ. Ρίχτερ είχε αναγγείλει έρευνα – και
από ποιον; Να μας πει αν τελικά η Γερμανία, εκτός των μνημονίων, έφτασε να
επιβάλλει και την αναγόρευση επίτιμων διδακτόρων στα Πανεπιστήμιά μας; Να μας
πει, επιτέλους, ποια «ακαδημαϊκή ελευθερία» θα επικαλεστούμε και σε επίπεδο
δίκης στις 2 Σεπτεμβρίου, όταν το κορυφαίο ακαδημαϊκό ίδρυμα της Κρήτης, δεν
έχει κάνει τίποτα επί της ουσίας για την υπόθεση που προκάλεσε σάλο και εκτός
Ελλάδας. Στην ίδια συνέντευξη ο κ. Στεφάνου δήλωσε ότι του προκαλεί έκπληξη το
γεγονός ότι παρενέβη ο εισαγγελέας στην πολύκροτη υπόθεση Ρίχτερ.
Βεβαίως, το θέμα θα ήταν ενδοπανεπιστημιακό εάν ο ίδιος είχε
διατάξει έρευνα ή το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου του δεν
αναγόρευε σε επίτιμο διδάκτορα καθηγητή κάποιον που αρνείται τα εγκλήματα
πολέμου ως τέτοια που διέπραξαν οι ομοεθνείς του κατά των Κρητικών, γεγονός που
ακυρώνει τις αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, οι οποίες μάλιστα είναι και
νομοθετικά θεσπισμένες.
Άλλωστε και οι μετέπειτα δηλώσεις του κ. Ρίχτερ ακόμη και
για τη νέα πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, από την Γερμανία φυσικά,
αποδεικνύουν ότι ο ίδιος θεωρεί την Ελλάδα και το πολιτικό της σύστημα, όπως
και τη νέα κυβέρνηση, σε ευθεία απόκλιση με το δυτικό και «προηγμένο», κατά τον
ίδιο, ευρωπαϊκό πολιτισμό. Υπό το πρίσμα των δικαστικών εξελίξεων στην υπόθεση,
θα έχει ενδιαφέρον να δούμε και πώς θα απαντήσει πλέον στη Βουλή ο υπουργός
Παιδείας σε νέα ερώτηση που κατέθεσε την περασμένη εβδομάδα για την αναγόρευση
του κ. Ρίχτερ σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου μας και όσα
διαδραματίστηκαν για αυτό ο βουλευτής Ηρακλείου Λευτέρης Αυγενάκης.
Άρθρο στο «Der Spiegel»: Γερμανοί βουλευτές θέτουν θέμα
επανορθώσεων στην Ελλάδα.
«Κατέσφαξαν γυναίκες και παιδιά, απέλασαν δεκάδες χιλιάδες
Εβραίους στο Άουσβιτς, ξεζούμισαν τη χώρα οικονομικά: 70 χρόνια μετά το τέλος
του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι θηριωδίες που διέπραξαν οι ναζί στην Ελλάδα κατά
την περίοδο της Κατοχής 1941-1944 έρχονται ξαφνικά πάλι στο επίκεντρο. Η Αθήνα
αναζητά επανορθώσεις. Τι κάνει η Γερμανία με το ιστορικό της χρέος;».
Αυτό αναφέρει εισαγωγικά σε άρθρο του για τις ελληνικές
διεκδικήσεις όσον αφορά τις πολεμικές αποζημιώσεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το
γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel», παραθέτοντας δηλώσεις Γερμανών πολιτικών που
τάσσονται υπέρ της καταβολής αυτών των αποζημιώσεων.
«Πολιτικά, η υπόθεση είναι κατά την άποψή μου ξεκάθαρη: Θα
πρέπει να συμπαρασταθούμε οικονομικά στα θύματα και τις οικογένειές τους»,
δηλώνει το στέλεχος των Σοσιαλδημοκρατών Γκεζίνε Σβαν. «Νομίζω ότι θα ήταν καλό
από την πλευρά της Γερμανίας να τακτοποιήσουμε τα του οίκου μας, όσον αφορά στο
παρελθόν. Είναι η αναγνώριση ότι στην Ελλάδα διαπράξαμε μία φρικτή αδικία»,
προσθέτει.
Όπως εξηγεί η Σβαν, η θηριωδία των ναζί στην Ελλάδα μπορεί
να μην απασχολεί τόσο τους Γερμανούς, όμως αποτελεί κομμάτι της ιστορικής
μνήμης των Ελλήνων. «Τα θύματα και οι απόγονοί τους έχουν μεγαλύτερες μνήμες
από τους δράστες και τους απογόνους τους», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Από την πλευρά του, ο αναπληρωτής πρόεδρος των
Σοσιαλδημοκρατών Ραλφ Στέγκνερ υποστηρίζει πως το θέμα δε θα πρέπει να
συνδέεται με τη συζήτηση για την κρίση του ευρώ, αλλά να αντιμετωπιστεί
ανεξάρτητα. «Είναι μέρος της συμφιλίωσης με τη δική μας ιστορία. Είμαι κατά του
να κλείσει η συζήτηση. Υπάρχουν ακόμα και μετά από δεκαετίες εκκρεμή ζητήματα
του διεθνούς δικαίου», σημειώνει.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο επικεφαλής των Πρασίνων, Άντον
Χόφραϊτερ. «Η Γερμανία δεν μπορεί απλά να πετάξει από το τραπέζι τις ελληνικές
διεκδικήσεις», υποστηρίζει. «Αυτό το κεφάλαιο σίγουρα δεν έχει κλείσει, ούτε
ηθικά ούτε νομικά».
Γερμανοί πολίτες «πληρώνουν συμβολικά» την οφειλή
Ζευγάρι Γερμανών επισκέφτηκαν την Ελλάδα και… κατέθεσαν 875
ευρώ για να πληρώσουν το δικό τους μερίδιο από τις γερμανικές πολεμικές
επανορθώσεις που οφείλονται στη χώρα μας! Ο Λούντβιγκ Ζακάρο και η Νίνα Λάγκε
παραχώρησαν συνέντευξη στην Πύλη Πολιτισμού δηλώνοντας μεταξύ άλλων πως «σε
αυτήν την όμορφη χώρα είμαστε φιλοξενούμενοι και επιθυμούμε κάτι να
ανταποδώσουμε».
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, καθένας από τους 80 εκατ.
Γερμανούς, εάν αποφάσιζε ότι θα έπρεπε να πληρώσει τα χρέη της Γερμανίας προς
την Ελλάδα, θα επιστρέψει 875 ευρώ.
«Εμείς», τόνισαν οι Λούντβιγκ Ζακάρο και Νίνα Λάγκε,
«θέλουμε σε ένδειξη της αλληλεγγύης και σαν συμβολική κίνηση ένα μέρος από
αυτά, τα 875 ευρώ, να τα επιστρέψουμε στον ελληνικό πληθυσμό. Το κάνουμε αυτό
γνωστό, ώστε να δώσουμε το ερέθισμα και σε άλλους να διευρύνουν το πνεύμα τους
και να οδηγήσουν το κράτος μας να αναγνωρίσει το χρέος του απέναντι στην
Ελλάδα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου